14/4/14

Δύο αναγνώσεις του Θουκυδίδη - Ο ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΚΑΙ Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΟ ΜΗΛΙΩΝ ΚΑΙ ΑΘΗΝΑΙΩΝ


[...] ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΜΕΡΙΚΕΣ σελίδες του Θουκυδίδη που προσφέρονται ιδιαίτερα για να μετρήσουμε την απόσταση που χωρίζει τους δύο στοχαστές. Πρόκειται για τον περίφημο Διάλογο Μηλίων και Αθηναίων, τον οποίο σχολιάζουν αμφότεροι: ο μεν Κώστας Παπαϊωάννου στο βιβλίο του Τέχνη και πολιτισμός στην Αρχαία Ελλάδα, που πρωτοδημοσιεύθηκε στη Γαλλία το 1972, ο δε Παναγιώτης Κονδύλης στον πρόλογο της ανθολογίας Ο φιλόσοφος και η ισχύς, την οποία επιμελήθηκε και εξέδωσε στην Γερμανία είκοσι χρόνια αργότερα, το 1992.
Στα μάτια του Παπαϊωάννου, ο διάλογος αυτός είναι "η τελευταία αισχύλεια τραγωδία που μας κληροδότησε η κλασική εποχή" και μας παρέχει τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσουμε "σε ποιο βαθμό μηδενισμού είχε φτάσει η δίψα των Αθηναίων για την απόκτηση ισχύος". Ο "στυγνός ρεαλισμός" που κηρύσσουν οι Αθηναίοι και ο οποίος δεν γνωρίζει άλλη οδό παρά την άνευ όρων υποταγή των Μηλίων ή την ανελεή εξολόθρευσή τους, είναι για τον Παπαϊώαννου σημείο δηλωτικό της κατάρρευσης των κλασσικών αθηναϊκών ιδεωδών της εποχής του Σόλωνα και του Αισχύλου.
Το έστι δίκης οφθαλμός, η κλασσική ελληνική αντίληψη που έβλεπε την ανθρώπινη δικαιοσύνη ως κομμάτι αναπόσπαστο της ευρύτερης κοσμικής τάξης, καταρρέει την στιγμή κατά την οποία οι Αθηναίοι πρέσβεις διεκδικούν για λογαριασμό τους την εύνοια των θεών, και διακηρύσσουν ότι ο θείος νόμος ταυτίζεται με τον φυσικό νόμο της επικράτησης του ισχυρού επί του ασθενέστερου. Τη στιγμή αυτή, την έννοια του κλασσικού μέτρου, του εξανθρωπισμένου κόσμου της τραγωδίας, διαδέχεται η παλινδρόμηση στον κόσμο της φυσικής βίας. Για τον Παπαϊωάννου, η άλωση της νησιωτικής πολιτείας και ο επακόλουθος παραδειγματικός εξανδραποδισμός των υπερασπιστών της συνιστά "θρίαμβο της ύβρεως". Η μετέπειτα παράδοση του αθηναϊκού δήμου στον λαϊκιστικό τυχοδιωκτισμό ενός Αλκιβιάδη, η σικελική καταστροφή και η τελική ήττα της πόλης δεν είναι παρά "η τιμωρία που θα έλθει με την αμείλικτη σκληρότητα του τιμωρού πεπρωμένου".
Η ερμηνεία του Κονδύλη δεν θα μπορούσε να είναι διαμετρικότερα αντίθετη. Αν για τον Παπαϊωάννου "ο πόλεμος φέρνει στην επιφάνεια τους παλιούς δαίμονες της ύβρεως και της παραφροσύνης που ο πολιτισμός καλύπτει με έναν λεπτό υμένα", για τον Κονδύλη ο πόλεμος, και ο Θουκυδίδης ως εξηγητής της παθολογίας του, φέρνει στην επιφάνεια την πραγματική και βαθύτερη φύση των ανθρώπων, αποκαλύπτει "τι κινεί εκείνους και την ιστορία". Με τις ομιλίες των Αθηναίων κηρύκων "καθιερωμένοι θεσμοί και παμπάλαια έθιμα παραμερίζονται στο άψε-σβήσε", "τα ιερά δεσμά της ηθικής και της θρησκείας καταρρακώνονται αιφνίδια". Όμως αυτό ακριβώς αποδεικνύει ότι πρόκειται για τεχνητές κατασκευές και θεσμίσεις, όχι για γεννήματα της φύσης.
"Το αληθινό πρόσωπο της φύσης", σημειώνει ο Κονδύλης, "είναι το πρόσωπο των Αθηναίων όταν ζητούν από τους Μηλίους να υποταγούν", "η θεία ή φυσική τάξη, ο εσώτερος νόμος του Όντος είναι ακριβώς ο νόμος του ισχυρότερου". Η επίκληση της δικαιοσύνης, στην οποία προσφεύγουν οι Μήλιοι είναι ένα μοιραίο σφάλμα, η πίστη τους "στην υπερίσχυση των ηθικών κανόνων γεννά απλώς φρούδες ελπίδες" και τους "ωθεί σε απελπισμένες και αυτοκαταστροφικές ενέργειες. Η πράξη θα όφειλε να προσανατολίζεται στους κανόνες της φρόνησης, οι οποίοι πάλι πρέπει να υπηρετούν τη φυσική επιταγή της αυτοσυντήρησης. Βεβαίως", συμπληρώνει ο Κονδύλης, "η αυτοσυντήρηση έχει διαφορετικό νόημα για τον ισχυρό, ο οποίος μπορεί να διατηρήσει την ισχύ του μονάχα διευρύνοντάς την συνεχώς, και για τον αδύνατο, ο οποίος σώζεται ανταποκρινόμενος στις επιθυμίες του ισχυρότερου".
Οι δύο αυτές αντίμαχες αναγνώσεις του Θουκυδίδη αντιπροσωπεύουν με μεγάλη ακρίβεια τις διεθνώς κρατούσες σήμερα ερμηνείες του Αθηναίου ιστορικού, και για τον λόγο αυτό παραμένουν στο ακέραιο επίκαιρες. Η πρώτη από αυτές, που αντιστοιχεί στη γνώμη του Κονδύλη, πιστεύει ότι ο Θουκυδίδης δίνει δίκαιο στους Αθηναίους και άδικο στους Μηλίους για την στάση τους στη μεταξύ τους διένεξη. Η έκβαση της εκστρατείας, η κυρίευση του νησιού, το αποδεικνύει εν τοις πράγμασι. Επιπλέον, οι Αθηναίοι έχουν δίκιο και για έναν άλλο, ακόμη κρισιμότερο λόγο. Στο γενικότερο πλαίσιο της αντιπαράθεσής τους με τους Λακεδαιμόνιους, οποιαδήποτε ταλάντευσή τους στο ζήτημα της Μήλου, θα ερμηνευόταν ως έλλειψη αποφασιστικότητας και αδυναμία. Αυτή πάλι με τη σειρά της θα ενθάρρυνε την αποσκίρτηση και άλλων δυσαρεστημένων συμμάχων των Αθηνών, και θα οδηγούσε στην τελική κατάρρευση της Αθηναϊκής συμμαχίας έναντι των αντιπάλων της. Οι Αθηναίοι, συνεπώς, δεν επέλεξαν ελαφρά τη καρδία την ολοκληρωτική εξόντωση των αδύναμων νησιωτών, ήταν οι ζωτικές ανάγκες του πόλεμου, εν ολίγοις η δική τους επιβίωση, που τους την επέβαλαν.
Αντιρρητική προς αυτήν την γνώμη, η άλλη κύρια ερμηνεία του διαλόγου, εντάσσει τα γεγονότα της Μήλου στο ευρύτερο πλαίσιο του Πελοποννησιακού Πολέμου. Έτσι τονίζει ότι ο Θουκυδίδης ξεκινά την εξιστόρηση της Σικελικής Εκστρατείας αμέσως μετά από την έκβαση εκείνης κατά της Μήλου. Με αυτόν τον τρόπο θέλει να υπογραμμίσει παραστατικότερα την από μέρους των Αθηναίων αλαζονική υπερεκτίμηση των δυνάμεών τους, που στην περίπτωση των Σικελικών θα τους οδηγήσει στον όλεθρο και, αργότερα, στην οριστική ήττα και την ιστορική δύση της ηγεμονίας τους. Αυτή η αλαζονική υπερεκτίμηση των δυνάμεών τους είναι εν προκειμένω ό,τι ο Παπαϊωάννου ονόμαζε "θρίαμβο της ύβρεως" [...]
πηγή - http://www.koutsourelis.gr/index1.php?subaction=showfull&id=1234431737&archive=&start_from=&ucat=6&

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts with Thumbnails